Η οικογενειακή κατάσταση αποτελεί έναν από τους παράγοντες που επηρεάζουν τις διατροφικές μας συνήθειες. Τα βιώματα, οι παιδικές μας εμπειρίες, ο σύγχρονος τρόπος ζωής, το φύλο, η ηλικία, τα ενδιαφέροντα, η προσωπικότητα και η σωματική υγεία συνυπάρχουν και διαμορφώνουν τη στάση μας απέναντι στο φαγητό.

Την εποχή που η παιδική παχυσαρκία αποτελεί παγκόσμια πανδημία και τα ποσοστά των παχύσαρκων και υπέρβαρων παιδιών στη χώρα μας κατακτούν θέσεις πρωτιάς στην Ευρώπη, η οικογένεια έρχεται να παίξει έναν από τους πιο καθοριστικούς ρόλους. Οι μη ισορροπημένες διατροφικές συνήθειες και η καθιστική ζωή της οικογένειας αποτελούν τις περισσότερες φορές αιτία παραπανίσιων κιλών στα παιδιά.

Οι γρήγοροι ρυθμοί ζωής, οι αυξημένες εργασιακές απαιτήσεις και η συσσωρευμένη κούραση των γονέων συχνά ‘αποσυντονίζουν’ τον τρόπο ζωής ολόκληρης της οικογένειας. Δυστυχώς, τα παιδιά επηρεάζονται πολύ πιο εύκολα από μια τέτοια κατάσταση εφόσον έχουν την τάση να αφομοιώνουν τις ‘αποσυντονισμένες ενέργειες’ όπως τα συχνά γεύματα από junk food, την καθημερινή κατανάλωση γλυκών και αλμυρών σνακ, την απουσία πρωινού και τις ατελείωτες ώρες μπροστά στην οθόνη (τηλεόραση, Η/Υ, video games) ως συνήθειες της καθημερινότητάς τους. «Ο ισορροπημένος τρόπος διατροφής αποτελεί κατά κοινή παραδοχή θέμα καίριας σημασίας και προτεραιότητας για τη δημόσια υγεία στον δυτικό κόσμο τόσο για τους ενηλίκους όσο και για τα παιδιά και τους εφήβους. Μια διάσταση, όμως, του περισσότερο υγιεινού τρόπου διατροφής, που συχνά αμελείται για χάρη του τι και πόσο συνιστάται να τρώμε, είναι το πού και πώς τρώμε. Το περιβάλλον των γευμάτων, δηλαδή ο χώρος όπου καταναλώνεται το γεύμα, με ποιους και τι γίνεται κατά τη διάρκειά του έχουν αποδειχθεί σημαντική παράμετρος για την ποιότητα της δίαιτας. Η κατανάλωση γευμάτων εκτός σπιτιού, που έχει αυξηθεί σε σημαντικό βαθμό τις τελευταίες δεκαετίες, έχει συσχετιστεί με χαμηλότερη ποιότητα δίαιτας και με την παράλειψη όλων των κυρίως γευμάτων. Όσο δηλαδή αυξάνεται η κατανάλωση γευμάτων εκτός σπιτιού, τα άτομα λαμβάνουν χειρότερης ποιότητας τρόφιμα και υιοθετούν μάλλον ακατάστατα γεύματα. Στον αντίποδα αυτού του φαινομένου τοποθετείται το οικογενειακό γεύμα. Πολλές μελέτες δείχνουν πως η ύπαρξη έστω και ενός οικογενειακού γεύματος βελτιώνει την ποιότητα της διατροφής όχι μόνο των ενηλίκων αλλά και των νεαρών μελών της οικογένειας. Η μεγάλη συχνότητα ενός γεύματος με την οικογένεια αυξάνει την κατανάλωση φρούτων και λαχανικών και δημητριακών ολικής άλεσης και μειώνει εκείνη των γλυκισμάτων και των σνακ χαμηλής ποιότητας. Μάλιστα η επίδραση αυτή μπορεί να διατηρηθεί ακόμα και στην ενήλικη ζωή.

Η θετική επίδραση, όμως, του οικογενειακού γεύματος συμβαίνει υπό προϋποθέσεις. Είναι εντυπωσιακό ότι η παρακολούθηση της τηλεόρασης κατά τη διάρκεια του γεύματος αναιρεί τα πλεονεκτήματα που αυτή η συνήθεια προσφέρει. Η εξήγηση είναι ότι, όταν η οικογένεια βλέπει τηλεόραση παράλληλα με το γεύμα, αποσπάται από τη διαδικασία του φαγητού και παραλείπει τα περιφερειακά τρόφιμα, ιδιαίτερα τις σαλάτες. Άλλο σενάριο είναι ότι τα άτομα που τρώνε με την τηλεόραση ανοιχτή μπορεί να οδηγηθούν στην κατανάλωση πολύ περισσότερου φαγητού, αφού δεν καταλαβαίνουν πότε χόρτασαν, ή ακόμα και λιγότερου και αργότερα να καταφύγουν σε τσιμπολογήματα για να καλύψουν την πείνα τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στους εφήβους η παρακολούθηση τηλεόρασης και η ενασχόληση με τον υπολογιστή έχουν συσχετιστεί με την παράλειψη κάποιου κυρίως γεύματος. Από την άλλη μεριά, η συζήτηση σε ήρεμο περιβάλλον κατά τη διάρκεια του οικογενειακού γεύματος λειτουργεί ευεργετικά. Αυτό εύκολα γίνεται αντιληπτό, εάν αναλογιστεί κανείς ότι η συζήτηση και η ήρεμη ατμόσφαιρα επιτρέπουν στο άτομο να επικεντρωθεί στο φαγητό του, να καταναλώσει ποικιλία τροφίμων και να σταματήσει όταν χορτάσει. Εξάλλου, στη σημερινή εποχή, όπου οι γονείς συνήθως εργάζονται πολλές ώρες και τα παιδιά έχουν πολλές ευκαιρίες να φάνε μόνα τους, το οικογενειακό γεύμα μάλλον αποκτά ακόμα μεγαλύτερη αξία, καθώς ίσως είναι από τις λίγες ευκαιρίες για την οικογενειακή συνεύρεση.

Παπαντωνοπούλου Φιλιώ

Ψυχολόγος